Translate

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα αιώνιο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα αιώνιο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 25 Απριλίου 2020

ΠΕΡΙ ΥΛΗΣ ΣΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ


ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ Μ.E. ΤΣΩΝΗ
Δ.ρ. ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ




΄Εργο των φιλοσόφων, μας λέει ο Πλάτωνας, είναι η Διαλεκτική΄”θεών δόσις”(Πλ. Φίλ.16c),“δυναμική και κλιμακούμενη μέθοδος αναζήτησης της αλήθειας, όργανο δηλαδή της προσπάθειας της ψυχής να προχωρήσει στις ιδέες και να εξακριβώσει τις μεταξύ τους σχέσεις”.
΄Ολο το ενδιαφέρον του Πλάτωνα κινείται ανάμεσα σε δύο σφαίρες: Αφενός διακρίνει την ανώτερη νοητή πραγματικότητα   που αφορά το είναι, το άϋλο, τον κόσμο της ουσίας, αφετέρου διακρίνει την κατώτερη αισθητή πραγματικότητα που διέπεται από το γίγνεσθαι, τον κόσμο της γενέσεως και την ύλη. Στον κόσμο της ουσίας ανήκουν τα πρότυπα, τα παραδείγματα, ενώ στον κόσμο της ύλης οι απομιμήσεις, τα είδωλα.
Το θεμελιώδες δεδομένο για τον Πλάτωνα είναι ο συγκεκριμένος κόσμος, ο κόσμος της εμπειρίας. Είναι ένας κόσμος εικόνας , μη πραγματικός, ένας κόσμος που δίνεται όχι στον λόγο αλλά στην αίσθηση. Χαρακτηρίζεται από μια εγγενή αστάθεια και μη μονιμότητα. Δεν υπάρχει καμιά σαφήνεια που να πραγματοποιείται από αυτό που πάντα γίνεται και ποτέ δεν υπάρχει, δεν υπάρχει τίποτε μέσα στην «εικόνα», το οποίο να μπορεί να σύρει έξω το μυαλό, κανένα πιθανό περιεχόμενο που να αφορά το πώς σχετίζονται τα πράγματα της εμπειρίας ώστε να τα οργανώνει σε μια ενότητα  της επιστήμης. Συνεπώς, οποιαδήποτε εικόνα – πραγματικότητα δεν μπορεί να είναι η ίδια εικόνα.
          Η αντίληψη που έχει ο Πλάτωνας για την επιστήμη ζητά να βρει την αλήθεια στο άφθαρτο και αιώνιο ον των ιδεών. Οι ιδέες αντιπροσωπεύουν το είναι, την αληθινή ύπαρξη και βρίσκονται μακριά από την αβεβαιότητα των φαινομένων. Αποτελούν το σταθερό αντικείμενο της επιστήμης( της αληθινής δηλαδή γνώσης) μέσα σε όλη την εναλλαγή των υποκειμενικών ή λανθασμένων αντιλήψεων. Είναι τα πραγματικά όντα, τα αναλλοίωτα, τα ανώλεθρα, τα αιώνια τα κατά τα αυτά όντα και αντιληπτά μόνο μέσα από τη νόηση.
          Στον αντίποδα βρίσκεται ο αισθητός κόσμος, ο κόσμος των υλικών σωμάτων που μεταβάλλεται και για τον οποίο δεν μπορούμε να σχηματίσουμε μια βέβαιη και ασφαλή γνώση, δεκτική για θεωρητική απόδειξη.
Βέβαια, όλη η πορεία των πραγμάτων έχει κάποια αιτία.
Για την εξήγηση της πορείας του σύμπαντος απαιτείται η ύπαρξη ενός δημιουργού, ο οποίος σφυρηλατεί τον κόσμο,- δεν μας αφήνει να εισχωρήσουμε τελείως στο έργο του , όμως μπορούμε να το δείξουμε με κάποια αληθοφάνεια. Κάποτε μόνο εικόνες ή μύθοι αφελείς μας επιτρέπουν να δούμε μια πραγματικότητα η οποία μας διαφεύγει, και τότε ο Πλάτωνας, ποιητής, παραδίνεται χάρη του σκοπού αυτού στη χαρά της εφεύρεσης ενός μύθου. Όταν όμως από τη φυσική ανερχόμαστε στην αρχή των πραγμάτων, στην κοσμογονία, ο μύθος αποκτά βαθύτερη σημασία΄ γίνεται αλληγορία, αρμονική δημιουργία αριθμών και σχημάτων, όπου με τη μορφή συμβόλων προβεβλημένων στο χώρο και χρόνο, προκύπτουν συλλογισμοί δημιουργικής σκέψης,  με την οποία ο κόσμος των φαινομένων απορρέει από την ιδέα του αγαθού.(βλ.εισαγωγή Πλ. Τίμ., εκδ. Ι.Ζαχαρόπουλος, σελ.9-10)
Το σύμπαν είναι απεικόνιση του αιώνιου και αναλλοίωτου υποδείγματος, χωρίς όμως το ίδιο να είναι αιώνιο και αναλλοίωτο. Βρίσκεται τοποθετημένο στις διαστάσεις του χρόνου (παρελθόν, παρόν, μέλλον) και υπόκειται στη φθορά.
Ο Πλάτωνας εκθέτει όλα τα γεγονότα τα σχετικά με τη γέννηση του σύμπαντος, χωρίς όμως να αναφέρει τίποτε το συγκεκριμένο για την ύλη και τον χώρο. Ο δε χώρος δεν έχει δική του πραγματικότητα, δεν είναι μια νέα ουσία που προστίθεται στις άλλες δύο υπάρχουσες, αυτές του γίγνεσθαι και των τύπων.
Ακολουθώντας την σκέψη του Πλάτωνα δεν μπορούμε να χωρίσουμε τον χώρο από τα αντικείμενα που τον κατέχουν, ούτε την ύλη από τον χώρο που αυτή καταλαμβάνει. Με την έννοια του χώρου ο Πλάτωνας δεν  εννοεί ούτε το κενό διάστημα ούτε την υλική ουσία των πραγμάτων, αλλά θέλει να δείξει ότι δεν γίνεται να συνυπάρχουν δύο αντικείμενα στον ίδιο χώρο. Θέλει να μεταφέρει σε φυσικές πραγματικότητες, έννοιες φύσης λογικής ή διαλεκτικής και να μεταβεί από τον κόσμο των ιδεών στον κόσμο των αισθητών πραγμάτων. (βλ.εισαγωγή Πλ. Τίμ., εκδ. Ι.Ζαχαρόπουλος, σελ.36-37)
          Το μοναδικό πλατωνικό έργο που είναι αφιερωμένο στην κοσμολογία είναι ο Τίμαιος. Πρόκειται για την αφήγηση της γέννησης του αισθητού κόσμου, «όντος ορατού, ομοιώματος του νοητού, αισθητού θεού. (Πλ. Τίμ.92c)
          Ο αισθητός κόσμος, ως αισθητός γίνεται, είναι κόσμος συμβάντων, έχει αιτία(Πλ.Τιμ.28a-c), είναι έργο του θεού που τον κατασκευάζει(Πλ.Τίμ.28c) βάσει προτύπου και αποτελεί εικόνα του άριστου επιτεύγματος(Πλ.Τίμ.29a). O αισθητός κόσμος είναι το αντίγραφο ή η εικόνα του αμετάβλητου και ακριβούς προτύπου που αντανακλά την οριστικότητα του αντικειμένου του. Ενώ το αισθητό αντίγραφο μεταβάλλεται συνεχώς και οποιοσδήποτε λόγος γι΄ αυτόν μόνο προσεγγιστικός μπορεί να είναι. Μπορεί κανείς να υποστηρίξει ότι για τα όντως όντα υπάρχει πραγματική γνώση , όχι όμως και για όσα ανήκουν στον κόσμο του γίγνεσθαι.( Πλ.Τιμ.27d-28a)
          Ο Δημιουργός κατασκεύασε τον  αισθητό κόσμο προσβλέποντας στο νοητό κόσμο. Τον δημιούργησε γιατί ήθελε να κατασκευάσει κάτι που να του μοιάζει. Αφού πήρε όλα τα ορατά που βρίσκονταν σε κατάσταση χαοτικής αταξίας, τα έβαλε σε τάξη΄ κατόπιν έδωσε στον κόσμο ψυχή και στη συνέχεια εμφύσησε νόηση. ΄Ετσι ο αισθητός κόσμος με την πρόνοια του Θεού έγινε έμψυχο και σκεπτόμενο ον(Πλ. Τιμ.30b) κι αποτελεί την αισθητή ενσάρκωση ενός οργανισμού του οποίου τα μέρη είναι όλα τα άλλα όντα. Και εφόσον το πρότυπο είναι ένα, και το αντίγραφό του αντανακλά κατ΄ ανάγκη τη μοναδικότητά του.(Πλ.Τιμ. 30c-31b)
Ο κόσμος δεν είναι αϊδιον, δηλαδή αιώνιος, αλλά γεγονός, κάτι που έγινε και προέκυψε ως αποτέλεσμα μιας διεργασίας΄ σύμφωνα με την πλατωνική αντίληψη ο κόσμος βρίσκεται πάντα σε εξέλιξη, γι΄ αυτό έχει ιστορία, γίνεται συνεχώς και έτσι δεν υπάρχει σημείο τελείωσης της γένεσής του. Ανήκει στο γίγνεσθαι και γι΄ αυτό πρέπει αναγκαστικά να έχει ένα αίτιο που προκάλεσε τη γέννησή του. Το δε αίτιό του μόνο θεϊκό μπορεί να είναι.
Ο κόσμος δηλαδή, προκύπτει όχι ως προϊόν τύχης, αλλά ως καθολικό, μοναδικό, ωραιότατο, τέλειο δημιούργημα σκόπιμης θείας δραστηριότητας από το οποίο παράγονται όλα τα επί μέρους γεγονότα. Αυτό είναι το νοητό ον, που έχει ο θεός ως πρότυπο στο έργο του. ΄Όλα όμως  τα δημιουργήματα αιτία ύπαρξης έχουν τη θέληση του Δημιουργού(Πλ.Τιμ.29e,41b)
Η αρετή και αγαθότητά του αποτελούν τον μόνο αποχρώντα λόγο της ύπαρξης του υλικού κόσμου(Πλ.Τιμ.29de), εφόσον βάζει σε ορισμένη τάξη υλικά που δεν έχουν ζωή και ψυχή.
          Αφού ο Θεός πήρε ως υλικά του αυτά που προϋπήρχαν,         δηλαδή την φωτιά , τη γη, τον αέρα και το νερό(Πλ.Τιμ.32c-34b), έφτιαξε τον κόσμο και του έδωσε σφαιρική μορφή, γιατί έτσι θα έχει το πρέπον σχήμα που περιέχει το παν.  Τον έκανε ζωντανό, να κινείται με σταθερή περιστροφή γύρω από τον άξονά του(Πλ.Τιμ.34a) με τη βοήθεια της ψυχής κι έτσι να είναι ένας ευλογημένος θεός (ευδαίμων θεός)
«Ο Δημιουργός του Πλάτωνα εργάστηκε πάνω σε προϋπάρχοντα υλικά, δεν τα δημιούργησε από τη φύση του. Δεν «γέννησε» κυριολεκτικά τον κόσμο. Πήρε τα υλικά που προϋπήρχαν και τα χαρακτήριζε μια πλημμελής και άτακτη κίνηση.( Πλ.Τιμ.30a)Ο αισθητός δηλαδή κόσμος υπήρχε πάντα, μόνο που δεν ήταν κυριολεκτικά αισθητός, αφού δεν υπήρχε κάποιος με αισθήσεις για να τον δει. Ο Θεός δεν έχει αισθήσεις αλλά νου. Για να κυριολεκτήσουμε πρέπει να πούμε “νοεί” και όχι “αισθάνεται”(Τ.Αρβανιτάκης, Πλάτων περί της κινήσεως, σελ.106)
Η παραπάνω άποψη περιορίζει αισθητά το μεγαλείο της δημιουργίας, εφόσον ο Θεός δεν έκανε τα πάντα από την αρχή, γεγονός που περιορίζει την παντοδυναμία του στην απόλυτη μορφή της. Αφετέρου, δίνει μια πιο λογική εξήγηση στην ύπαρξη της αταξίας και του κακού στον κόσμο. Κι αυτό γιατί ο Θεός απαλλάσσεται από την ευθύνη γιατί  το κακό και η αταξία επιρρίπτονται στα δύστροπα υλικά με τα οποία δούλεψε. ”(Τ.Αρβανιτάκης, Πλάτων περί της κινήσεως, σελ.106,107)
Ως προς τη δημιουργία, για να συνεχίσουμε, η ψυχή προηγήθηκε του σώματος. Η ψυχή έχει τρεις συνιστώσες:α) ένα Είναι μεταξύ του ίδιου και εξελισσόμενου και διαιρέσιμου σε σώματα, β) ένα ενδιάμεσο είδος ταυτότητας και γ)ένα ενδιάμεσο είδος διαφοράς. ΄Ετσι ο Θεός κατέστησε την ψυχή μεταξύ του αιώνιου και έγχρονου (Πλ. Τιμ.35a). Στη συνέχεια κατασκεύασε το σώμα του κόσμου μέσα στην ψυχή του και τα συνταίριασε τα δύο αυτά.(Πλ.Τιμ.36e) Τότε άρχισε ο «ατέρμων και έλλογος βίος» του κόσμου ως ζωντανού οργανισμού. Οι απόλυτα εναρμονισμένες περιστροφές τους συμβολίζουν αφενός την επιστήμη του αιώνιου και αμετάβλητου, αφετέρου την σωστή πεποίθηση για τα έγχρονα πράγματα(37a-c)
Η  δημιουργία του κόσμου δεν έχει κάποια χρονική αφετηρία. Δεν μπορεί να νοηθεί χρόνος πριν από αυτήν, γιατί ο χρόνος και ο κόσμος άρχισαν μαζί, όταν βέβαια ο Θεός τα δημιούργησε και τα δύο. Είναι συνάρτηση της τάξης που επέβαλε ο Δημιουργός στην άτακτη κίνηση του σύμπαντος. Ο χρόνος(Πλ.Τιμ.37c-38b) έχει την ίδια σχέση που έχει ο αριθμός με τη μονάδα « Η απόλυτα ομοιόμορφη ροή του αποτελεί ατελή αντανάκλαση της ταυτότητας της αιωνιότητας με τον εαυτό της. Αποτελεί την χαρακτηριστική μορφή του αισθητού.»(Α.Ε.Taylor, Πλάτων ο άνθρωπος και το έργο του, σελ.506)
Προκειμένου να υπάρχει χρόνος, χρειάζονται τα αισθητά σώματα με σταθερή κίνηση, που θα χρησιμεύουν για τη μέτρησή του. ΄Ετσι ο Θεός επινόησε τον ήλιο και άλλους πλανήτες(Πλ.Τιμ.37c-39d). Επίσης, δημιούργησε θεούς στον ουρανό, στoν αέρα, ζώα υδρόβια και χερσαία.(Πλ.Τίμ.39e-40d)
Ό,τι δημιουργεί ο Θεός είναι άφθαρτο, φθαρτά είναι όσα δημιουργούν οι ήδη δημιουργημένοι θεοί (Πλ.Τιμ.41a-d) Αξίζει εδώ να επισημάνουμε ότι τους θεούς, αν και  τους «δημιούργησε» ο Δημιουργός δεν ανήκουν στο χώρο του γίγνεσθαι, της αλλοίωσης και της φθοράς (Πλ.Τιμ.72d).
 Στη συνέχεια ο Θεός δημιουργεί αθάνατες ψυχές τόσες, όσες είναι και τα άστρα, χρησιμοποιώντας κατάλοιπα του μείγματος που χρησιμοποίησε για τη δημιουργία των ψυχών του κόσμου και των αστέρων Κάθε ψυχή οδηγείται στο άστρο της. Μάλιστα εξηγεί ο Πλάτωνας ότι με το πέρασμα του χρόνου όλες οι ψυχές θα γεννηθούν ως άνθρωποι στα διάφορα όργανα του χρόνου( δηλαδή τους πλανήτες) και ανάλογα με τον τρόπο της ζωής τους θα μετεμψυχωθούν σε ανθρώπινο  σώμα ή ζώου .(Πλ.Τιμ.41e-42d)
          Κατόπιν μας πληροφορεί ο Πλάτωνας στον Τίμαιο  (Πλ.Τιμ.(942e-47e) πως οι θεοί δημιούργησαν το ανθρώπινο σώμα και όρισαν το κεφάλι να είναι έδρα της αθάνατης ψυχής, το κορμί και τα άκρα προστέθηκαν για την ασφάλεια και εξυπηρέτηση της κεφαλής(Πλ.Τιμ.44c-45b). Μετά κατασκεύασαν το όργανο της όρασης(Πλ.Τιμ.45b-46c)
Εδώ θα αδράξει ο Πλάτωνας την ευκαιρία να πει ότι από την σύζευξη της ψυχής με το σώμα που διαρκώς «ρέει», αποβάλλοντας απορρίμματα και προσλαμβάνοντας νέα ύλη, δημιουργείται αταξία στις κινήσεις των κύκλων της ψυχής, με αποτέλεσμα να προκαλείται απερισκεψία. Τότε, μόνο η σωστή παιδεία βοηθά το άτομο να αποκτήσει σωστή, ορθή κρίση και ευφυία.(Πλ.Τιμ.43a-44c)
          Ο Δημιουργός έφτιαξε τον αισθητό κόσμο προσβλέποντας στο νοητό,  με τον συνδυασμό νου και ανάγκης. Η ποιοτική κατωτερότητα του αισθητού κόσμου μετριάζεται με τη μέθεξη στο νοητό, αφού τα αισθητά λαμβάνουν ύπαρξη και όνομα από τις ιδέες που εκδηλώνονται στην περιοχή του αισθητού. Για την κατασκευή του αισθητού κόσμου συνέβαλε βέβαια ο νους, η νόηση, αλλά συνέβαλε και η ανάγκη, ως “σκλάβα πρόθυμη” στον άρχοντα νου(Πλ.Τιμ.48a) Η ανάγκη είναι η άτακτη και ανώμαλη, η πλανωμένη αιτία που εξυπηρετεί τον νου, επειδή «η επιστήμη αδυνατεί να αναλύσει την υλική πραγματικότητα σε σύνολο έλλογων νόμων χωρίς να περισσέψει κάποιο ανεξήγητο υπόλοιπο. Στον πραγματικό κόσμο υπάρχει πάντα, πέρα από το «νόμο», ένας παράγοντας του «καθαρά δεδομένου» ή «ανάγωγου γεγονότος», ανεπίδεκτος εξήγησης, τον οποίο απλώς οφείλουμε να δεχτούμε. Καθήκον της επιστήμης είναι να μην ικανοποιείται ποτέ με τα εκάστοτε δεδομένα, αλλά να προσπαθεί να  τα «εξηγήσει» βάσει λογικών νόμων ως συνέπειες απλούστερων αρχικών «δεδομένων». Ωστόσο, η επιστήμη, σε όποιο βαθμό και αν εφαρμόσει αυτή τη διαδικασία, αναγκάζεται πάντα να διατηρήσει στις περιγραφικές της εξηγήσεις κάποιο ανεξήγητο στοιχείο, «καθαρά δεδομένο» ή «ανάγωγο γεγονός». Αυτόν ακριβώς τον παράγοντα, του «δεδομένου» που ενυπάρχει στη φύση, αυτό το ασύμμετρο ή άρρητο στοιχείο, όπως ονομάζεται μερικές φορές, φαίνεται να προσωποποιεί ο Τίμαιος ως ανάγκη. Η έκφραση «ο νους πείθει την ανάγκη» αποτελεί απλώς μια ευρηματική διατύπωση του ότι ποτέ δεν φτάνουμε σε σημείο που κάθε περαιτέρω εξήγηση γίνεται πράγματι αδύνατη.»(A.E.Taylor,Πλάτων ο άνθρωπος και το έργο του, σελ.516)
          Ο νους επιβάλλεται στην ανάγκη όχι με την βία, αλλά με λογικά επιχειρήματα(Πλ.Τίμ.47e-48a). Ο Δημιουργός ως αγαθός που είναι είχε κάθε  πρόθεση να κάνει έναν κόσμο από κάθε άποψη τέλειο. ΄Όμως τα υλικά που χρησιμοποίησε παρεμπόδισαν την εφαρμογή των θεϊκών σχεδίων του. Και, ενώ δεν είχαν την πρόθεση  για κάτι τέτοιο, λόγω των συγκεκριμένων ιδιοτήτων τους, μπορούν ωστόσο να θεωρηθούν συναίτια, εφόσον έρρεπαν από τη φύση τους να επανέλθουν στην παλιά χαοτική και άτακτη κατάστασή τους.
Συνεπώς “υπάρχουν δύο είδη αιτιών. Στο πρώτο ανήκουν “όσαι μετά νου καλών και αγαθών δημιουργοί, στο δεύτερο όσαι μονωθείσαι φρονήσεως το τυχόν άτακτον εκάστοτε εργάζονται”(Πλ.Τιμ.47bc) όλα αυτά δηλαδή, που αποτελούν την πλανωμένην αιτίαν, συναίτια και συμμεταίτια(T. Aρβανιτάκης, Πλάτων περί της κινήσεως, σελ.113)
          Στόχος του Πλάτωνα πάντως, είναι να μετριάσει τη δράση της ανάγκης και να εξάρει το έργο του νου, που εκδηλώνεται με το μέτρο και την αναλογία.
Ας δούμε τώρα, ποια είναι η συνεισφορά του Δημιουργού σε όλα αυτά. Ο Θεός καθόρισε τις αναλογίες και τις κινήσεις πείθοντας την ανάγκη.(Πλ.Τιμ.56c). Από τα πέντε κανονικά πολύεδρα που σχημάτισε, (Πλ.Τιμ.53cc-58c) τα τέσσερα απέδωσε στα τέσσερα στοιχεία. Το πέμπτο, το δωδεκάεδρο, του οποίου οι επιφάνειες είναι πενταγωνικές, το χρησιμοποίησε για τον κόσμο που είναι σφαιρικός(Πλ.Τιμ.56c) . Συνεπώς η σφαίρα ταυτίζεται με το δωδεκάεδρο. Τα στοιχειώδη σώματα  εξωθημένα από την ανομοιότητά τους κινούνται ακατάπαυστα, με αποτέλεσμα άλλοτε να επικρατούν τα μεν άλλοτε τα δε(Πλ. Τιμ.56d-57c). Kι ενώ όλα τα στοιχεία μπορούν να μετασχηματιστούν μόνο στη γη τα ισοσκελή τρίγωνα από τα οποία αποτελείται δεν μπορούν να συνδυαστούν με τα σχήματα των άλλων στοιχείων(Πλ.Τιμ.56d)
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ετερότητα και η ανομοιότητα εξηγούν την κίνηση των στοιχείων.
          Για την ολοκλήρωση της διαδικασίας της γένεσης, εκτός από το νοερό αρχέτυπο( τα παραδείγματα, οι ιδέες που είναι αμετάβλητα) και το αισθητό αντίγραφό του( τα μιμήματα των παραδειγμάτων που υπόκεινται στη γένεση και είναι ορατά)  απαιτείται κι ένα τρίτο στοιχείο- είδος΄ είναι αυτό του δοχείου(Πλ.Τιμ.49a,52bγενέσεως τιθήνην) , ή της μήτρας(Πλ.Τιμ.50d,51a), όπου και μορφώνεται η γένεση(Πλ.Τιμ.52d). Πρόκειται για ένα καλούπι, ένα εκμαγείο(Πλ.Τιμ.50c), μια περιοχή ή χώρος, τόπος όπου τα σώματα προκύπτουν ή εξαφανίζονται. Τα άλλα σώματα ή μεταβάλλονται ή εμφανίζονται περιοδικά. Π.χ. εκεί που υπήρχε νερό έγινε αέρας και μετά φωτιά κ.τ.λ  Πάντα όμως, παρόλες τις μετατροπές παραμένει κάτι μόνιμο και αναλλοίωτο΄ αυτό λοιπόν, που είναι κάτι απόλυτα πλαστικό, και επιτρέπει την εμφάνιση όλων των πραγμάτων μέσα του παραμένοντας ουδέτερο σ΄ αυτά, χωρίς να έχει δική του μορφή ή δομή και το οποίο δεν μπορούμε να διακρίνουμε με τις αισθήσεις αλλά μόνο με την σκέψη(Πλ.Τιμ.48e-52b) ονομάζουμε χώρα ή χώρο.
Αυτό τον χώρο πρέπει να τον φανταστούμε ότι «συγκλονίζεται παντού από ακανόνιστες ταραχές, τυχαίες δονητικές κινήσεις, παρουσιάζοντας σε διάφορες περιοχές του στοιχειώδη, αρχέγονα ίχνη της δομής που έμελλε να παγιωθεί και που μας είναι γνωστή ως χαρακτηριστική των διαφόρων σωμάτων»(Α.E. Taylor, Πλάτων ο άνθρωπος και το έργο του, σελ.517)
H κίνηση αυτή δεν προέρχεται από τον ίδιο τον χώρο, γιατί είναι καθαρά μηχανική. Προέρχεται από τα στοιχεία που μπαίνουν μέσα του, τη φωτιά, το νερό, τη γη, τον αέρα). ΄Ετσι δημιουργούνται τα αισθητά. (Πλ.Τιμ.52e-53a).
          O Πλάτωνας μας λέει ότι οι ιδέες  δίνουν τη μορφή στα στοιχεία μέσα στη χώρα, με τη διευκρίνιση ότι οι ίδιες δεν μπαίνουν  ούτε δέχονται τίποτε μέσα τους(Πλ.Τιμ.52a), γιατί είναι καθαρά παραδείγματα. Η χώρα ανήκει στο χώρο του όντος, όπως και οι ιδέες. ΄Όμως ενώ η χώρα δεν έχει μορφή, οι ιδέες έχουν.(Πλ.Τιμ.50e). Συνεπώς ιδέες και χώρα είναι διαφορετικά πράγματα.   
Μια συνολική θεώρηση μας επιτρέπει να δούμε ότι για να προσδιορίσει ο Πλάτωνας την ύλη, χρησιμοποιεί ως αφετηρία  τις ίδιες θέσεις πάνω στις οποίες στήριξε την ανάγκη να υπάρχει μια υπέρτατη ουσία ή μια αληθινή ύπαρξη, της οποίας η απεικόνιση είναι η εικόνα.
Είναι απαραίτητο να θεωρήσει κανείς αυτή την απεικόνιση ως βάση για την ύπαρξη της ύλης , προτού καθορίσει την αιτιότητα που ασκείται από την ουσία. Ο χωρισμός της ουσίας από την ύπαρξη στα όντα δηλώνει την πραγματική διαφορά ή ετερότητα. Αν ο χωρισμός είναι οντολογικός, η διαφορά είναι οντολογική. Πραγματικός χωρισμός μπορεί να υπάρξει μόνο αν υπάρχει πραγματική διαφορά. Δεδομένου ότι η αληθινή ύπαρξη μπορεί να δώσει απάντηση στο ερώτημα αυτό , πρέπει να κοιτάξουμε  αλλού για τη διαφορά που χωρίζει την ουσία από τον κόσμο των εικόνων που είναι αντίγραφό του. Η ύλη πρέπει να υπάρχει για τον απλό λόγο ότι και οι εικόνες υπάρχουν.
Εφόσον η αληθινή πραγματικότητα δεν ανήκει στις εικόνες-όντα που παράγονται, και που υπάρχουν πάντα ως εν μέρει μια άλλη εφήμερη σκιά, πρέπει  να προκύψει και να συμφωνήσει με κάποια άλλη..
Αυτή η έλλειψη στερεότητας οδηγεί τον Πλάτωνα να θεωρήσει   την ύλη ως ένα εμπορευματοκιβώτιο της εικόνας στη λογική κατάταξη. Το δε εμπορευματοκιβώτιο γίνεται αποδεκτό ως το ίδιο το σώμα. Ενώ η προσπάθεια να ανακατευτεί η ενότητα με την ύπαρξη οδηγεί στην άπειρη πολλαπλότητα τραυματισμού , όπου όλα συμμετέχουν.
Όταν στην αληθινή πραγματικότητα δεν ανήκουν οι εικόνες-όντα, τότε πρέπει να υπάρχουν κάπου αλλού. Διαφορετικά  δεν μπορούν να υπάρχουν στον πραγματικό κόσμο καθόλου. Αυτό που λαμβάνεται ως πρότυπο, για τον Πλάτωνα  είναι η ίδια η ουσία.. Αφετέρου η απεικόνιση πρέπει να είναι μίμηση της ουσίας. Η μίμηση δηλαδή, πρέπει να αιτιολογεί τη φύση που λαμβάνεται ως πρότυπο. ΄Όλα τα όντα που χωρίζονται από την ουσία τους διακρίνονται για την πραγματική διαφορά ή την ετερότητα.
Η οντολογική βάση για την ύπαρξη της ύλης στον Πλάτωνα είναι προφανώς ο χωρισμός που έκανε ο φιλόσοφος μεταξύ ενότητας και ύπαρξης. Ο πλουραλισμός της ύπαρξης οδηγεί τον Πλάτωνα να θεωρήσει ότι η ύλη είναι το τελευταίο υπόστρωμα και η αρχή του δυαδικού συστήματος. Πρέπει να υπάρξει έξω από τη γενική ενότητα μία πηγή απ΄ όπου δημιουργείται η διαφορά της ύπαρξης. Αυτή η πηγή στη λειτουργία της είναι αιτία της ύπαρξης, οντολογική ετερότητα σε σχέση με την ενότητα. Αυτή η πηγή στη λειτουργία της ως αιτία της ύπαρξης και οντολογική ετερότητα σε σχέση με την ενότητα, μπορεί να είναι μια  χωρίς φύση πολλαπλότητα, μια απροσδιόριστη μήτρα της συγγένειας. Κάτω από αυτή την μορφή είναι μια υπαρκτή άρνηση της πρωταρχικής σπουδαιότητας της πραγματικότητας, μιας πραγματικής απουσίας ή μιας στέρησης της αληθινής ύπαρξης. Η ύλη στον Πλάτωνα δεν είναι δυναμική ύπαρξη, ούτε πιθανή ουσία΄ είναι αυτή που μπορεί να γίνει ουσία, γιατί συμφωνεί με το να μην - είσαι ριζικά και στέρηση. Για τον Πλάτωνα ο περιορισμός της πράξης δεν είναι από τη δύναμη αλλά από τη σχετική μη- ύπαρξη ή τη στέρηση. ΄Ενας τέτοιος περιορισμός είναι μοιραίος στην ακεραιότητα της πράξης ή της τελειότητας΄ μόνο οι υποβιβασμένες εικόνες της πράξης μπορούν να παραχθούν κατ΄ αυτό τον τρόπο. Η ύπαρξη της μη-ύπαρξης  είναι έτσι στενά ενδεχόμενη στην ύπαρξη της ύπαρξης. Η πραγματικότητα και η λειτουργία της μη-ύπαρξης ως υλικής αρχής είναι εξ ολοκλήρου σχετική με την έλλειψη ενότητας και ουσιαστικής ανεπάρκειας που αποτελεί πραγματικά την ύπαρξη.
Ας δούμε τώρα, ποια έννοια έχει η ύλη στην πλατωνική φιλοσοφία, και πώς μπορούμε να καταλάβουμε την ύλη συγκριτικά με την εικόνα. Η ίδια η ύλη καταρχήν δεν μπορεί να είναι εικόνα. ΄Εχει σημασία το πώς ο Πλάτωνας συνδέει τις εικόνες, που απαγορεύει οποιονδήποτε προσδιορισμό (ή ακόμη και την ομοιότητα) του εμπορευματοκιβωτίου των εικόνων με τις εικόνες που περιλαμβάνονται. Το να είναι κάτι λογικό πράγμα δηλώνει τη συμμετοχή του στην ουσία. Μάλιστα το γεγονός αυτής της συμμετοχής κάνει αδύνατη οποιαδήποτε  σχέση ομοιότητας μεταξύ των εικόνων και του υλικού υποστρώματος. Η  συμμετοχή εκφράζει μια κατανομή της ουσίας κατά τέτοιο τρόπο ώστε αυτή που συμμετέχεται πάντα να παραμένει χωριστή από αυτή που συμμετέχει. Η δε συμμετοχή περιλαμβάνει ό,τι σχετίζεται με την ουσία ή φύση της και ό,τι σχετίζεται με την εικόνα ή αντίγραφό της. Αυτή η διάκριση γίνεται κατανοητή ως εξής: Αφενός συμμετέχει η ουσία ,αφετέρου συμμετέχει η εικόνα, αυτό δηλαδή που κρατιέται για να είναι η κατάλληλη φύση του. Μεταφορικά μπορούμε να πούμε ότι η ύλη είναι εικόνα, αν λάβουμε υπόψη ότι τα αισθητά όντα αντανακλούν την αληθινή ουσία και η ύλη λαμβάνει αυτές τις αντανακλάσεις.
 Γνωρίζουμε ότι το υλικό υπόστρωμα είναι το τελευταίο στην κατάταξη. Ας δούμε τώρα σε ποιο είδος της αληθινής ύπαρξης θα μπορούσε η υπάρχουσα μη-ύπαρξη να αποκριθεί΄ Πράγματι, είναι αντιφατικό (όχι μόνο στη λειτουργία της ύλης αλλά επίσης και στο βασικό θέμα του χωρισμού) ότι η ύλη συλλαμβάνεται σε κάθε αίσθηση ως φύση. Πώς είναι δυνατό εφόσον η ύλη είναι χωριστή από την ουσία της να μπορεί να υπάρχει σε όλα. Βέβαια, αν η ύλη διασώζει τα αισθητά όντα από την απόλυτη μηδαμινότητα, δεν πρόκειται ούτε να τους παράσχει φύσεις ούτε να λειτουργήσει ως όρος για την ουσία.. Η ύλη συμβάλλει στα αισθητά  απλώς με το να παρέχει το δοχείο στο οποίο η συμμετοχή τους στην ουσία ή αληθινή μορφή μπορεί να πραγματοποιηθεί.
Η ύλη είναι η αρχή όχι με την έννοια της φύσης ή ουσίας, αλλά ως εικόνα-ύπαρξη. ΄Ετσι  η ύλη, αν και δεν είναι φύση ή ουσία καθιερώνεται ως μια μη-ύπαρξη που υπάρχει. Στον Πλάτωνα η ύλη δεν μπορεί να εισέλθει στην τάξη της ύπαρξης. Η πραγματικότητα και η λειτουργία της μη-ύπαρξης ως υλική αρχή είναι εξ ολοκλήρου σχετική με την έλλειψη ενότητας και ουσιαστικής μηδαμινότητας που αποτελεί πραγματικά την ύπαρξη. Πρέπει να υπάρξει έξω από τη γενική ενότητα μια πηγή από όπου δημιουργείται η διαφορά της ύπαρξης, ο τρόπος και η εικόνα .Αυτή η πηγή στη λειτουργία της είναι αιτία της ύπαρξης, οντολογική ετερότητα σε σχέση με την ενότητα. Αυτή η πηγή (ύλη) μπορεί να είναι μια χωρίς φύση πολλαπλότητα, μια  απροσδιόριστη συγγενική μήτρα . Με αυτή τη μορφή είναι μια υπάρχουσα άρνηση της αρχικής πραγματικότητας, μιας πραγματικής απουσίας ή στέρησης της αληθινής ύπαρξης.
Η ύλη στον Πλάτωνα δεν είναι και δεν μπορεί να είναι πιθανή ύπαρξη ούτε δυναμική ουσία. Είναι αυτή που μπορεί να γίνει ουσία , επειδή αυτή από μόνη της είναι ριζικά μη-ύπαρξη και στέρηση.
Η ύλη διαφέρει από την ουσία. Η διαφορά της ύπαρξης που βρίσκει τον δικό της παραλογισμό από τον  κόσμο των νοητών, βασίζεται στην ύλη. Ενώ ρίχνουμε το βάρος της ευθύνης στην ύλη για τον παραλογισμό που εισβάλλει στον κόσμο της ύπαρξης, δεν πρέπει να παραμελήσουμε το γεγονός ότι ήταν όχι για την ύλη, ακόμη και τέτοια σχετική  γνώση θα ήταν ένα αδύνατο όνειρο. Έτσι δεδομένου ότι η ύλη διασώζει τις εικόνες από την απόλυτη μηδαμινότητα, επίσης τις συντηρεί από την παντελή έλλειψη γνώσης. Όταν χωρίζει από την ουσία του  το συμμετέχον, χωρίζεται από την σχετική ταυτότητά του. Η απομονωμένη εικόνα είναι η ίδια μόνο με τη συγγενική της μήτρα. Με οτιδήποτε άλλο δεν είναι. Και για να ξέρει την ομοιότητά της, πρέπει να ξέρει τη διαφορά της. Η αναλογία της ομοιότητας που μια ύπαρξη έχει σε σχέση με τον εαυτό της δεν είναι εντελώς η ίδια με την ουσιώδη και μη ανακοινώσιμη ενότητά της. Η ομοιότητα βρίσκεται στα μέλη της ενότητας των οντοτήτων της που εξηγούν τον ίδιο κοινό λόγο (που συμμετέχει στον ίδιο τύπο μορφής).Η πλατωνική διάκριση ανάμεσα στο πράγμα και την ουσία του διατηρείται και επισημαίνεται.. Εξού και η έλλειψη δύναμης της ύλης, ως αρχή της γνώσης, που καθιστά δυνατό ένα λόγο γύρω από την ύπαρξη και δίνει το έναυσμα για μεταφυσικές συζητήσεις στον Πλάτωνα: το θέμα της σχέσης των οντοτήτων του ενός με το άλλο.
Ο Πλάτωνας περιγράφει την ύλη ως αιώνιο, ακατάλυτο και αμετάβλητο  χώρο που ποτέ δεν υιοθετεί με κανένα τρόπο ή οποιαδήποτε στιγμή τις εκλαμβανόμενες μορφές. Οι σημειώσεις αυτές της αιωνιότητας, αφθαρσίας και μονιμότητας είναι εξίσου εφαρμόσιμες στην αληθινή ουσία, στο Εν. Η ύλη και η ουσία αντιπροσωπεύουν αντίθετες κατατάξεις που εξαντλούν την περιοχή της σταθερότητας. Οι δε εικόνες μπορούν να είναι τα πραγματικά αντικείμενα του καθορισμού και της επιστήμης. Η ίδια η ιδέα της συμμετοχής ή της μίμησης σημαίνει τον εγγενή δυναμισμό που υπάρχει στη δομή της παραγόμενης ύπαρξης. Μάλιστα, όπου η ουσία είναι εγγενής, όπου υπάρχει ταυτότητα, δεν υπάρχει μονιμότητα.
Η πλατωνική θέση είναι ότι η ουσία, το Εν, είναι αληθινή ύπαρξη, η αρχική και προνομιούχα πραγματικότητα της οποίας η ύπαρξη των μορφών δεν είναι άλλο από εμφάνιση, κι ακόμη η χωρίς φύση αναγκαία ύπαρξη.
Ενώ ένα υπάρχον άμορφο δοχείο είναι η αρχή της διαφοράς, οι εικόνες δεν λαμβάνονται έτσι ώστε να διαμορφώνεται μια ενότητα με το εμπορευματοκιβώτιό τους. Οι εικόνες παραμένουν διαφορετικές από την αρχή  από την οποία  διαφοροποιούνται από την ενότητα. ΄Οντας διαφορετικές από το δοχείο τους, μοιάζουν με ενότητα. Αυτή εξάλλου, είναι η ομοιότητα που θέτει τις βάσεις για μια αληθινή αιτιώδη σχέση. Οι εικόνες, βέβαια, ως τέτοιες ,δεν μπορούν να σχετίζονται με την ουσία, γιατί διαφέρουν από την αρχή της διαφοράς τους΄ αυτές σχετίζονται  με την ουσία όχι ως εικόνες αλλά ως μη εικόνες. Συνεπώς, ο μόνος τρόπος αιτιολόγησης που μένει ανοικτός σχετίζεται με  αυτή την αιτιότητα :η τελική αιτιότητα στον όρο της ουσίας ή της αληθινής μορφής. Η θεώρηση της ύλης ως αρχή  ετερότητας σε σχέση με την ενότητα υπονοεί ότι η πολλαπλότητα μπορεί να δημιουργηθεί από την ενότητα. Ο τύπος της ύλης όντας στερητικός - και δεδομένου ότι η στέρηση δεν έχει υπό αυτή την μορφή καμιά δυνατότητα για την ύπαρξη ως ουσία- ύλη μπορεί να υπάρξει και ως φύση. Η  ενότητα καθορίζεται με τον περιορισμό σε έναν τρόπο πλαστής ύπαρξης. Ενώ η ύλη δεν μπορεί να καθορίσει την ουσία στη γραμμή   της ουσίας, μπορεί όμως, να ορίσει την ουσία στη γραμμή της χωρίς φύση ύπαρξης, στη γραμμή σχέσης –της σχετικής μη ύπαρξης. . Η δυνατότητα της ύλης έγκειται σ΄ αυτό: Ενώ η  ουσία μπορεί να επιδράσει στην ύλη, η ύλη επιδρά από την άρνηση της ουσίας.
Αν διαβάσει κανείς προσεκτικά τον Τίμαιο, ξεχνώντας ό,τι  είχε ακούσει παλιότερα, θα δει ότι ο Πλάτωνας  οτιδήποτε αποδίδει στην ύλη, έχει τύπο. Πράγματι, είναι μια εισαγωγή στην περιγραφή της ύλης που ο Τίμαιος αναφέρει στη θεωρία των ιδεών ( Πλ.Τιμ.51b). Εξάλλου, τι άλλο είναι τα τρίγωνα, αν όχι τύποι; Το πρόβλημα στον Πλάτωνα σ΄ αυτό το σημείο δεν είναι αντίθετος τύπος στην ύλη, αλλά κάτι που είναι έξω από τον χώρο και χρόνο στα πράγματα του γίγνεσθαι. Αξίζει να τονίσουμε εδώ ότι για τον Πλάτωνα ακόμη κι ο χρόνος δημιουργείται. Για κάθε γιγνόμενο, το αρχικό σημείο δεν είναι ύλη αλλά χώρος ή χώρα, - είναι ο πρώτος που το περιγράφει-, κάτι που είναι σχεδόν αδύνατο σε μας να το συλλάβουμε. Στον Πλάτωνα η χώρα δεν είναι αρχική ύλη, είναι μια «πλήρης μηδαμινότητα» που στερείται κάθε τύπο, αλλά που είναι ικανή να δεχτεί κάθε τύπο. Και το πρώτο πράγμα που θέτει εκεί είναι ύλη, τα «πρώτα» στοιχεία, που συνθέτουν ό,τι περιέγραψε αρχικά μέσω τύπων (τρίγωνα).
Ακόμη αυτοί οι αρχικοί τύποι αρχέγονης ύλης είναι «συνθέσεις»: ένα τρίγωνο κατασκευάζεται από τρεις πλευρές και αυτές οι τρεις πλευρές έχουν μια «συμβολική» τιμή (οι πλευρές έχουν «δύναμη»), με τον ίδιο τρόπο που τα αρχικά στοιχεία –συστατικά της ψυχής του κόσμου είναι συνθέσεις της ομοιότητας της ετερότητας και ύπαρξης.
Για τον Πλάτωνα όλα είναι τύπος, εκτός από την χώρα. Η χαρακτηριστική αντίθεση στον Πλάτωνα βρίσκεται όχι ανάμεσα στην ύλη και τον τύπο, αλλά ανάμεσα σε ότι είναι έξω από τον χώρο (ιδέες)-χρόνο και ό,τι γίνεται στον χώρο και χρόνο.
          Για να δούμε ότι οι πλατωνικοί τύποι είναι πολύ περισσότερο δυναμικοί, πρέπει να επιστρέψουμε στον Τίμαιο, όπου ο Πλάτωνας ενδιαφέρεται αρχικά για τον τύπο του ανθρώπου. ΄Ενας από αυτούς τους τύπους είναι η ψυχή, χωρίς αυτή  βέβαια να είναι αυτός ο μοναδικός.  Ο Τίμαιος επίσης, περιγράφει τον τύπο του σώματος, κατασκευασμένο από τους κατώτερους θεούς με στόχο να υπηρετεί την ψυχή και ακολουθώντας τις οδηγίες του δημιουργού. Αυτός είναι ο τύπος ανθρώπου που ένας φυσικός θα ήθελε να περιγράψει:τα όργανα, τον σκοπό τους, τους νόμους που κάνουν αυτή την δουλειά. Όμως το σώμα από μόνο του είναι φτιαγμένο από ύλη, δηλαδή ο τύπος της ύλης που περιγράφεται μέσα από τα τρίγωνα είναι επίσης ένας άλλος πιο αρχέγονος τύπος ανθρώπου. Όλοι αυτοί οι τύποι(ψυχής, σώματος, ύλης)υπάρχουν στον χρόνο και χώρο, και επιπλέον στον μύθο του Τίμαιου.
Υπάρχει όμως, κι άλλος ένας τύπος, περισσότερο αληθινός που ονομάζεται ιδέα, και που βρίσκεται έξω από τον χρόνο και χώρο
          Η ύλη είναι κοσμική, οι μορφές είναι αιώνιες, γι΄  αυτό και οι μορφές είναι αρχικές, και ακόμη υπάρχουν πριν από την ύλη. Η αδιαμόρφωτη ύλη είναι μια μη- υπάρχουσα ιδέα στην πλατωνική φιλοσοφία. Η ύλη πάντα παρουσιάζεται σε μας συγγενική και με τα  χαρακτηριστικά – ποτέ αδιάκριτη. Ο Πλάτωνας ποτέ δεν είδε την ουσία ως μια πρότερη κατάσταση προσδιορισμού της ύλης.
Ψυχή και ιδέες είναι μέρος του βασιλείου των ιδεών: αποτελούν μαζί νοητή ύπαρξη. Το σώμα και το περιβάλλον του είναι μέρη του βασιλείου της ύλης. Η ύλη  αποδίδεται με αποδείξεις. Η ύλη από μόνη της είναι χωρίς νόημα , υπάρχει μέσω των νοητών κι από κει προκύπτει. Από αυτή την άποψη είναι κατώτερη.
  









ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΠΗΓΕΣ

1.    Πλάτων Θεαίτητος, εισαγ.-μετφρσ.-σχόλια  Δ. Κολοκοντές,               εκδ.Κάκτος, Αθήνα.
2.    Plato Theatetus, Oxford Classical Texts and BSB BG. Teubner Verlagsgesellschafft  and Les Belles Lettres. Collection des Universites de France, publiee sous le patronage de l’ Association Guillaume Bude.
3.    Πλάτων Πολιτεία Α,Β, εισαγ.-μετφρσ.-σχόλια Ι. Γρυπάρης, εκδ. Ι.Ζαχαρόπουλος, Αθήνα
4.    Πλάτων Τίμαιος, εισαγ.-μετφρσ.-σχόλια Θ.Βλυζιώτης, Χ.Παπαναστασίου, εκδ. Ι.Ζαχαρόπουλος, Αθήνα
5.    Πλάτων Τίμαιος, εισαγ.-μετφρσ.-σχόλια Β.Κάλφας, εκδ.Πόλις, Αθήνα, 1998.
6.    Plato Philebus, Cambridge, Massachusetts, Harvard University Press, London

ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ


7.    Μ. Ανδρόνικος, Ο Πλάτων και η Τέχνη, εκδ.Νεφέλη, Αθήνα, 1986
8.    Tάσος Αρβανιτάκης, Πλάτων περί της κινήσεως, Ζήτρος/Σκέψη.
9.    Αθ.Χ.Ζακόπουλου,Πλάτων και Παύλος περί του ανθρώπου, Αθήνα,2000
10. Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος,  Εισαγωγή στον Πλάτωνα, Ι.Δ.Κολλάρου και Σιας Α.Ε., Αθήνα 2002
11. Ε.Π.Παπανούτσου, Αισθητική, εκδ. Ικαρος, Αθήνα,1976
12. Θεοδόσης Πελεγρίνης, Νεοπλατωνισμός, ελληνικά γράμματα, Αθήνα 2003.
13. Α.Ε. Τaylor,Πλάτων ο άνθρωπος και το έργο του, μετάφραση Ιορ. Αρζόγλου, Γ΄έκδοση, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2000.
14. Α.Π.Φωτείνης, Η διαχρονικότητα της θεωρίας της γνώσεως του Πλάτωνα, εκδ. ερωδιός, Θεσσαλονίκη,1998


ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΑ


15. M. Meldrum, Plato and the αρχή κακών , Journal of History of Ideas 8 (1947)406-430
16. N. Gulley, The interpretation of Plato Tmaeus 49d-e, American Journal of Philology 81(1960) 53-64
17. Α.Ε.Taylor, A Commentary on Plato´s Timaeus, Oxford,1928